ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΠΑΥΛΟΣ Β'

Ο Διάδοχος Παύλος γεννήθηκε στις 20 Μαΐου 1967, στην οικία της βασιλικής οικογένειας, στο Τατόι. Μόλις εφτά μήνες αργότερα και μετά την απόπειρα του Βασιλέως Κωνσταντίνου να ανατρέψει την χούντα των συνταγματαρχών, η οικογένειά του αναγκάστηκε να αναχωρήσει για την Ρώμη.

Το 1974, η βασιλική οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο. Ο Πρίγκιπας Παύλος έλαβε αρχικά ιδιωτική εκπαίδευση, υπό τον κ. Ιωάννη Κανελλόπουλο και ακολούθως φοίτησε στο Ελληνικό Κολλέγιο, το οποίο ίδρυσαν οι γονείς του στο Λονδίνο.

Ο Πρίγκιπας Παύλος αποφοίτησε από το Armand Hammer United World College of the American West το 1986 και εντάχθηκε αμέσως στην Βρετανική Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία, στο Σαντχερστ. Συνέχισε ως Ανθυπολοχαγός, στους Royal Scots Dragoon Guards.

Επανήλθε στις σπουδές του το 1990, στο Πανεπιστήμιο Georgetown, School of Foreign Service στην Ουάσιγκτον, από όπου αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα, με Δίπλωμα Bachelor στις Διεθνείς Σχέσεις, Δίκαιο και Διοίκηση. Από το ίδιο πανεπιστήμιο, έλαβε δίπλωμα Masters στις Διεθνείς Σχέσεις και τα Οικονομικά, με ειδίκευση στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, το 1995.

Από το 1995 μέχρι το 1997, εργάζεται στην Charles R. Weber Company Inc. Τον Φεβρουάριο του 1997 συν-ιδρύει την Griphon Asset Management, ενώ τον Νοέμβριο του 1998, συν-ιδρύει την Ivory Capital Group LLC.

Από το 2002 είναι ιδρυτικό στέλεχος της Ortelius Capital Partners LLC ενώ το 2003 δημιουργεί την Brigantine.

Ο Πρίγκιπας Παύλος παντρεύτηκε τη Μαρί-Σαντάλ Μίλερ, (Πριγκίπισσα Μαρί-Σαντάλ) την 1 Ιουλίου 1995, στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Σοφίας, στο Λονδίνο. Έχουν πέντε παιδιά: την Μαρία-Ολυμπία (Νέα Υόρκη 1996), τον Κωνσταντίνο-Αλέξιο (Νέα Υόρκη 1998), τον Αχιλλέα-Ανδρέα (Νέα Υόρκη 1999), τον Οδυσσέα-Κίμωνα (Λονδίνο 2004) και τον Αριστείδη-Σταύρο (Λος Άντζελες 2008). Διαμένει με την οικογένειά του στο Λονδίνο.

Από τις 31/05/2012, ο Πρίγκιπας Παύλος αρθρογραφεί στο blog του, το οποίο φέρει τον τίτλο AGORA και φιλοξενείται στο διαδικτυακό περιοδικό Periscope Post.

Επίσης, μπορείτε να "ακολουθήσετε" τον Πρίγκιπα Παύλο στο twitter (@pavlosgr1).

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β'

ΑΜ ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, μόνος γιος του Βασιλέως Παύλου Α΄ και της Βασίλισσας Φρειδερίκης, γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου του 1940 στη Βίλλα Ψυχικού της Αθήνας.

Λίγο μετά τη γέννησή του, η Βασιλική Οικογένεια εγκατέλειψε την πρωτεύουσα και κατέφυγε στην Κρήτη, όπου την πρόλαβε η ναζιστική εισβολή. Καθώς η οικογένεια κινδύνευε να αιχμαλωτιστεί από τα Γερμανικά στρατεύματα, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ έδωσε εντολή στον αδελφό του Διάδοχο Παύλο και την οικογένειά του να καταφύγουν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ο ίδιος παρέμεινε για να πολεμήσει καθ΄ όλη τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης δίπλα στα στρατεύματα της Ελλάδας, της Μεγάλης Βρετανίας, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, και τελικά ξέφυγε διασχίζοντας τα βουνά για να φτάσει στις νότιες ακτές του νησιού.

Από την Αλεξάνδρεια, η οικογένεια του Πρίγκιπα Κωνσταντίνου μετακόμισε στο Κέηπ Τάουν της Νότιας Αφρικής, όπου διέμειναν στην Οικία Χρούτε Σκίρ (Groote Schuur) του Νοτιαφρικανού Πρωθυπουργού Γιάν Κρίστιαν Σμάτς. Οι πρώτες αναμνήσεις του Βασιλέως Κωνσταντίνου είναι να κρατά από το χέρι το Νοτιαφρικανό ηγέτη και να κυνηγάει πάνω στο περιποιημένο γρασίδι μια αγελάδα που είχε παρεισφρήσει ανάμεσα στα μεγάλα λουλούδια του κήπου.

Η μικρότερη αδελφή του, η Πριγκίπισσα Ειρήνη, γεννήθηκε στη Νότια Αφρική στις 11 Μαΐου του 1942.

Η Βασιλική Οικογένεια επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου ο Κωνσταντίνος θυμάται να συνεννοείται σε άπταιστα Αραβικά με το προσωπικό του σπιτιού.

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα βρέθηκε σε μεγάλη πολιτική αναταραχή. Ύστερα από δημοψήφισμα το 1946, αφού είχαν προηγηθεί Γενικές Εκλογές, ο Γεώργιος Β΄ και η οικογένειά του επέστρεψαν στη χώρα.

Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ πέθανε το 1947 και ανήλθε στο θρόνο ο πατέρας του Κωνσταντίνου, Βασιλεύς Παύλος Α΄. Ως Διάδοχος, ο Κωνσταντίνος παραβρέθηκε στην κηδεία του θείου του Βασιλέως Γεωργίου Β΄ κρατώντας το χέρι του πατέρα του στην νεκρώσιμη πομπή.

Το 1949, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ενεγράφη στο Γυμνάσιο των Αναβρύτων στην Αθήνα, ένα σχολείο που βασιζόταν στις εκπαιδευτικές αρχές του Καθηγητή Κούρτ Χάν και είχε σαν πρότυπο το δημιούργημα του ίδιου του Χάν, το σχολείο Σάλεμ στη Γερμανία, το οποίο ήταν κάτι ανάλογο με το Σκωτσέζικο Γκόρντονστουν.

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος διηγείται πόσο του άρεσε το συντροφικό πνεύμα που υπήρχε ανάμεσα στους εσώκλειστους του σχολείου και η συναναστροφή με τα άλλα παιδιά, με κάποια από τα οποία έχει παραμείνει φίλος από τότε. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος ήταν καλός αθλητής με ιδιαίτερη έφεση στο χόκεϊ, το βόλεϊ και το άλμα εις ύψος, και έγινε Αρχηγός των μαθητών. Συμμετείχε στις σχολικές θεατρικές παραστάσεις, και θυμάται που έπαιξε το Μάρκο Αντώνιο στον Ιούλιο Καίσαρα του Σαίξπηρ, ενώ είναι ακόμα σε θέση να απαγγείλει εκτενή αποσπάσματα του έργου.

Ενώ ήταν ακόμα μαθητής παρακολουθούσε και στρατιωτική εκπαίδευση κάθε σαββατοκύριακο, και μάλιστα μετά το σχολείο φοίτησε και στις τρεις στρατιωτικές σχολές (του στρατού, του ναυτικού και της αεροπορίας). Όταν έγινε 18 ετών, όντας μόνος γιος του Βασιλικού ζεύγους, έδωσε τον όρκο της πίστης μέσα από τις τάξεις και των τριών κλάδων των ενόπλων δυνάμεων.

Το 1960 χάρισε στην Ελλάδα το πρώτο της Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο από το 1912, κερδίζοντας στην κατηγορία Ντράγκον της ιστιοπλοΐας ως πηδαλιούχος του σκάφους Νηρεύς στον Κόλπο της Νεάπολης στην Ιταλία. Η αδελφή του Σοφία (η μετέπειτα Βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας) αποτελούσε αναπληρωματικό μέλος του πληρώματος, αλλά η προπόνησή της υπήρξε το ίδιο εντατική με αυτήν του αδελφού της.

Κατά της επιστροφή του στην Αθήνα, ο Κωνσταντίνος έτυχε λαμπρής δημόσιας υποδοχής.

Τον ίδιο χρόνο, ξεκίνησε σπουδές νομικών στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Επίσης, πραγματοποίησε ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής όπου επισκέφτηκε στρατιωτικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

Κατά τα φοιτητικά του χρόνια, έλαβε μέρος και σε πολλές επίσημες επισκέψεις με το Βασιλέα Παύλο και τη Βασίλισσα Φρειδερίκη στην Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Δυτική Γερμανία, το Λίβανο, την Αιθιοπία, την Ινδία και την Ταϊλάνδη.

Συναντήθηκε με διεθνείς ηγέτες όπως ο Πρόεδρος Τίτο της Γιουγκοσλαβίας, όπου έμαθε και ένα από τα πρώτα του μαθήματα διπλωματίας. Ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης τον είχε προκαλέσει σε αγώνα σκακιού, και ο Κωνσταντίνος βρέθηκε σε θέση νίκης στο τρίτο και αποφασιστικό παιχνίδι. Όμως, α πατέρας του Βασιλεύς Παύλος τον σκούντησε κάτω από το τραπέζι για να του δώσει να καταλάβει ότι έπρεπε να χάσει.

Ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ πέθανε στις 6 Μαρτίου του 1964, και ο Κωνσταντίνος τον διαδέχτηκε ως Βασιλεύς των Ελλήνων .

Αργότερα τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα Άννα-Μαρία, μικρότερη κόρη του Βασιλέως Φρειδερίκου Θ΄ της Δανίας, την οποία είχε πρωτογνωρίσει ως Διάδοχος το 1959 στην Κοπεγχάγη κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη Σουηδία και τη Νορβηγία. Της απηύθυνε πρόταση γάμου ενώ και οι δύο έκαναν διακοπές με ιστιοπλοϊκό στη Νορβηγία, και ο γάμος τελέστηκε στην Αθήνα στις 18 Σεπτεμβρίου του 1964.

Το πρώτο τους παιδί, η Πριγκίπισσα Αλεξία, γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου του 1965 στην οικία Μόν Ρεπό στην Κέρκυρα - το ίδιο σπίτι όπου είχε γεννηθεί και ο Δούκας του Εδιμβούργου το 1921. Ο Διάδοχος Παύλος γεννήθηκε στις 20 Μαΐου του 1967, ο Πρίγκιπας Νικόλαος την 1η Οκτωβρίου του 1969, η Πριγκίπισσα Θεοδώρα στις 9 Ιουνίου του 1983 και ο Πρίγκιπας Φίλιππος στις 26 Απριλίου του 1986.

Μετά την άνοδό του στο θρόνο, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος βρέθηκε αντιμέτωπος με μια δύσκολη εσωτερική πολιτική κατάσταση. Τον καυτό Ιούλιο του 1965 ξέσπασαν ταραχές ύστερα από την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου από την πρωθυπουργία.

Λίγο πριν την προγραμματισμένη διεξαγωγή εκλογών το Μάιο του 1967, εκδηλώθηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα των Συνταγματαρχών. Δεχόμενος έντονες και αντικρουόμενες πιέσεις, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος διατήρησε σαν πρώτη προτεραιότητά του την ασφάλεια του λαού.

Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε: "Αυτή δεν είναι δική μου Κυβέρνηση, η 21η Απριλίου ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου". Εν τω μεταξύ, δημιουργήθηκε σοβαρή ένταση με την Τουρκία.

Το Δεκέμβριο του 1967 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος πήγε στην Καβάλα, για να ηγηθεί απόπειρας ανατροπής της χούντας και επαναφοράς της δημοκρατίας. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησε πως οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια θα μπορούσε να οδηγήσει σε αιματοχυσία, και συνεπώς αναχώρησε με την οικογένειά του για τη Ρώμη, όπου έζησε ως το 1973.

Εκεί ο Βασιλεύς έγινε δέκτης συχνών παρακλήσεων να επιστρέψει, αρνήθηκε ωστόσο να πράξει κάτι τέτοιο εάν δεν αποκαθίστατο πρώτα η δημοκρατία.

Την 1η Ιουνίου του 1973, ο πραξικοπηματίας ηγέτης Γεώργιος Παπαδόπουλος κήρυξε επίσημα έκπτωτο το Βασιλέα Κωνσταντίνο και εγκαθίδρυσε αβασίλευτο καθεστώς.

Το 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε από το Παρίσι για να σχηματίσει πολιτική κυβέρνηση. Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους διεξήχθη δημοψήφισμα για το μέλλον της μοναρχίας. Στο Βασιλέα δεν επετράπη να έρθει στην Ελλάδα για να υποστηρίξει τις θέσεις του (και ούτε διέθετε επίσημη, οργανωμένη εκπροσώπηση) έλαβε όμως πάνω από το 30% της λαϊκής ψήφου, κάτι που θεωρείται εξαιρετικό επίτευγμα.

Μέσα στο 1973, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος πετούσε συχνά από τη Ρώμη στο Κέιμπριτζ, στο πανεπιστήμιο του οποίου παρακολουθούσε μαθήματα πολιτικής ιστορίας.

Την επόμενη χρονιά μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αγγλία, όπου ζουν έκτοτε. Μετά από σύντομη διαμονή στο Τσόμπαμ του Σάρρεϊ εγκαταστάθηκε στο Χάμπστεντ, στα βορινά υψώματα του Λονδίνου.

Το 1980, μαζί με τη σύζυγό του και με μέλη της Ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου, ίδρυσε Ελληνικό σχολείο με το οποίο ησχολείτο ενεργά, μαζί με τη Βασίλισσα Άννα-Μαρία. Το Ελληνικό Κολέγιο του Λονδίνου εξακολουθεί να είναι ένα επιτυχημένο σχολείο με μαθητές από τεσσάρων ως δεκαοχτώ χρονών. Είναι το πρώτο σχολείο εδώ και 120 χρόνια που προσφέρει δίγλωσση Ελληνο-Βρετανική αγωγή στο Λονδίνο.

Το 1981 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος επέστρεψε μαζί με την οικογένειά του για λίγες ώρες στην Ελλάδα, ώστε να παραστεί στην κηδεία της μητέρας του Βασίλισσας Φρειδερίκης στο οικογενειακό κτήμα του Τατοΐου. Η Βασίλισσα είχε πεθάνει ξαφνικά στη Μαδρίτη από καρδιακή συγκοπή. Μολονότι είχαν τοποθετηθεί δυνάμεις ασφαλείας γύρω από το Τατόι για να εμποδίσουν την προσέλευση του κόσμου στην κηδεία, χιλιάδες άνθρωποι κατόρθωσαν να συγκεντρωθούν στο πευκόδασος του Παλαιοκάστρου για να χαιρετήσουν την οικογένεια και να αποτίσουν έναν ύστατο φόρο τιμής στη Βασίλισσα Φρειδερίκη.

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος επέστρεψε και πάλι στην Ελλάδα το 1993, πραγματοποιώντας ιδιωτική επίσκεψη δύο εβδομάδων με την οικογένειά του. Τους συγκίνησαν ιδιαίτερα οι αυθόρμητες εκδηλώσεις αγάπης που συνάντησαν από ενθουσιώδη πλήθη όπου πήγαν. Για τον τέως Βασιλέα υπήρξε μια βαθιά συγκινητική εμπειρία. Η Κυβέρνηση "σημάδεψε" το σκάφος με το οποίο ταξίδευε κατά μήκος των Ελληνικών ακτών με τορπιλακάτους και πολεμικά αεροσκάφη.

Το 1994, η Ελληνική Κυβέρνηση πέρασε νόμο με τον οποίο δημεύτηκε η περιουσία του και ακυρώθηκε η ιθαγένειά του. Η Ελληνική Βασιλική Οικογένεια δικαιώθηκε εν τέλει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τον Δεκέμβριο του 2000. Η υπόθεση διήρκεσε δύο χρόνια περαιτέρω , καθώς η Ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να επιστρέψει την περιουσία και επέμενε να δοθεί χρηματική αποζημίωση. Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος χρησιμοποίησε το μερίδιο που του αναλογούσε, για την δημιουργία του Ιδρύματος Άννα-Μαρία, με σκοπό την αρωγή περιοχών στην Ελλάδα, οι οποίες έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές (η Ελληνική κυβέρνηση άντλησε το ποσό της αποζημίωσης από το κονδύλι για φυσικές καταστροφές).

Το δεύτερο μέρος του νόμου '94, με το οποίο καταργείται η ιθαγένεια της οικογένειας, δεν έχει προσβληθεί μέσω της δικαστικής οδού, καθώς ο τέως Βασιλέας δεν δέχεται την προσβολή ότι δεν είναι Έλληνας. Ελπίζει ότι το θέμα αυτό σύντομα θα επιλυθεί.

Μόλις έληξε η δικαστική διαμάχη, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος και η οικογένειά του επέστρεψαν στην Ελλάδα, και πλέον αναζητούν μόνιμη κατοικία. Ο πρώην Βασιλέας αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του στο να διατηρεί κοντινή επαφή με τον Ελληνικό λαό. Κάθε χρόνο, γίνεται δέκτης περισσοτέρων από 140.000 επιστολών.

Είναι Αρωγός και Πρόεδρος του Round Square (Στρογγυλό Τετράγωνο), μιας παγκόσμιας οργάνωσης σχολείων της οποίας τα μέλη παραμένουν προσηλωμένα στις εκπαιδευτικές αρχές του Κούρτ Χάν. Στόχος των σχολείων αυτών είναι η επίτευξη καλύτερης διεθνούς κατανόησης μεταξύ νεαρών ατόμων από όλες τις ηπείρους.

Ο Βασιλέας Κωνσταντίνος έχει εξασφαλίσει την παρουσία ως αρωγών στην οργάνωση του Πρίγκιπα Ανδρέα της Μεγάλης Βρετανίας, της Σόνια Γκάντι, του Νέλσον Μαντέλα και του Κέβαν Γκόσπερ. Ο ίδιος συναντάται τακτικά με τους Αρωγούς και τους διευθυντές όλων των σχολείων. Στόχος του είναι να διασφαλίσει ότι οι νέοι άνθρωποι θα μεγαλώσουν με γνώση και κατανόηση του πώς σκέφτονται και λειτουργούν άλλοι λαοί με διαφορετικές νοοτροπίες και εμπειρίες.

Ασχολείται ακόμα με την ιστιοπλοΐα όποτε του το επιτρέπει το πρόγραμμά του. Είναι Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας, μια θέση που μοιράζεται με την Αυτού Μεγαλειότητα το Βασιλέα Χάραλντ της Νορβηγίας, και Επίτιμο Μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος είναι αφοσιωμένο μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, του αρέσει η κλασσική μουσική, η όπερα και το μπαλέτο, να περνά χρόνο με τα 9 εγγόνια του, και να ξεναγεί την οικογένειά του σε αγαπημένα του μέρη στην Ελλάδα.

 

 

ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Β'

07/03/1964 - ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Β'

Στις 6/03/1964 απεβίωσε ο Βασιλέας Παύλος. Το ίδιο βράδυ, συντετριμμένος, ο υιός του Κωνσταντίνος ορκίζεται Βασιλεύς της Ελλάδος και η κόρη του Ειρήνη χρίζεται διάδοχος μέχρι ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος να αποκτήσει απογόνους.

Στο πρώτο διάγγελμα του Βασιλέως Κωνσταντίνου Β' προς τον Ελληνικό λαό, η συναισθηματική του φόρτιση ήταν έκδηλη

Όπως δήλωσε και σε μετέπειτα συνεντεύξεις του, βασικό σημείο αναφοράς του κατά την διάρκεια της Βασιλείας του ήταν οι συμβουλές που του έδωσε στην τελετή ενηλικίωσης Του, ο πατέρας του, ο αείμνηστος Βασιλεύς Παύλος.

ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΠΑΥΛΟΥ Α'

ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ Α. Μ. ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΠΑΥΛΟΥ

'Ελληνες,

Μέ ραγισμένην τήν καρδίαν σάς άναγγέλω τόν πρόωρον θάνατον του άγαπημενού Μου αδελφού, του Βασιλέως μας Γεωργίου του Β'. Αφίνει τον κόσμον αυτόν με την συνείδησιν ήρεμον ότι δεν υπήρξε θυσία ανθρωπίνη, την οποίαν δεν προσέφερεν είς την υπηρεσίαν τής Πατρίδος.

Καλούμενος σήμερον να συνεχίσω τα έργον Του είμαι έτοιμος να αφοσιώσω όλην την δύναμιν της ψυχής Μού δια το καλόν του Έθνους. Η αιωνία μας Πατρίς μας καλεί σήμερον είς ένα αγώνα υπάρξεως διά την ανεξαρτησίαν της και τάς ελευθερίας της. Ηνωμένοι θα τόν φέρωμεν είς πέρας.

Ζήτω η Ελλάς!

ΠΑΥΛΟΣ Α.

ΠΡΩΤΗ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Β'

Η ΠΡΩΤΗ ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ

Στις 14/27 Σεπτεμβρίου 1922 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α' δηλώνει την παραίτησή του και στο διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό ανακοινώνει ότι παραχωρεί τη θέση του στον πρωτότοκο υιό του Γεώργιο.

Την ίδια ημέρα, στις 17:00 μ.μ. ορκίζεται ο Βασιλεύς Γεώργιος Β', ο οποίος έμελε μόνος του να αντιμετωπίσει τις πρώτες δυσκολίες που θα έφερνε η άφιξη της επαναστατικής κυβέρνησης.

 

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ

 

Λίγο πριν την επίσημη απελευθέρωσή της Ελλάδας, στην χώρα κυριαρχεί πολιτική αναταραχή η οποία θα αποτελέσει και την απαρχή της ταραγμένης περιόδου του εμφυλίου πολέμου που θα επακολουθούσε.

Οι αντιστασιακές οργανώσεις που έχουν συνταχθεί κατά την διάρκεια του πολέμου ανακινούν το ζήτημα δημοψηφίσματος για την επιστροφή ή μη του Βασιλέως Γεωργίου Β'.

Η επίσημη Κυβέρνηση υπό τον Γεωργίου Παπανδρέου επιστρέφει μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας στις 18 Οκτωβρίου 1944 ενώ στις 4 Δεκεμβρίου εκδηλώνεται στην Αθήνα ένοπλη σύγκρουση. Προκειμένου ο Βασιλεύς Γεώργιος Β' να μην οξύνει την ήδη τεταμένη πολιτική κατάσταση ορίζει ως αντιβασιλέα τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό.

Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες συγκρότησης κυβέρνησης, τελικώς η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη διεξάγει το δημοψήφισμα, το οποίο και πραγματοποιείται στις 1 Σεπτεμβρίου 1946. Το 68,41% των ψηφοφόρων ψήφισε υπέρ της επιστροφής του Βασιλέως Γεωργίου Β΄.

Στις 28/09/1946 ο Βασιλεύς Γεώργιος Β' μαζί με τον Διάδοχο Παύλο και τη πριγκίπισσα Διαδόχου Φρειδερίκη έφθασαν στον Πειραιά όπου πλήθος κόσμου έσπευσε να τους υποδεχθεί.

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α'

Λόγω του αιφνίδιου θανάτου του Βασιλέως Αλεξάνδρου ανακύπτει επιτακτικά το θέμα της διαδοχής του. Δεδομένου ότι τυπικά ο πατέρας του Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α δεν είχε παραιτηθεί από το θρόνο ξεκινάει μία μεγάλη συζήτηση για το αν ο θρόνος θα πρέπει να επιστρέψει στον Βασιλέα Κωνσταντίνο Α . Η σύγχυση που επικρατούσε διαφαίνεται από τις εφημερίδες της εποχής όπου εκφράζεται έντονη ανησυχία για το μέλλον του θρόνου.

Παράλληλα διενεργούνται εκλογές στις 1 Νοεμβρίου 1920 , το κόμμα του Βενιζέλου χάνει τις εκλογές, ο ίδιος ο Βενιζέλος δεν εκλέγεται ούτε καν βουλευτής και αποχωρεί από την Ελλάδα για το Παρίσι.

Οι εκλογές κερδίζει η αντιβενιζελική παράταξη και σχηματίζεται κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη. Στις 22 Νοεμβρίου διενεργείται δημοψήφισμα για την επαναφορά του Βασιλέως Κωνσταντίνου στο οποίο δεν συμμετείχαν οι Φιλελεύθεροι.

ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Α'

Ο Βασιλεύς Αλέξανδρος ανήλθε στο θρόνο στις 30 Μαΐου 1917, ύστερα από την απομάκρυνση του πατέρα του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α' και του Διαδόχου Γεωργίου.

Η βασιλεία του ήταν σύντομη αλλά υποδειγματική. Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του η Ελλάδα πήρε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, στο τέλος του οποίου, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η ανατολική Μακεδονία και η δυτική Θράκη από τη Βουλγαρία, ενώ με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, ένα χρόνο αργότερα, προσαρτήθηκε η ανατολική Θράκη και η περιοχή της Σμύρνης, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Προς τιμήν του, η πόλη Δεδέαγατς της Θράκης, μετονομάστηκε το 1919 σε Αλεξανδρούπολη.

 

ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α'

ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟΝ ΕΠΙ ΤΗ ΑΝΟΔΩ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟΝ

5 Μαρτίου 1913

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟ ΜΟΥ,

Απαίσιον ανοσιούρyημα κατά τού Ιερού προσώπου της Α.Μ. του αειμνήστου Βασιλέως Γεωργίου Α' εστέρησε πάντας ημάς του Αρχηγού μας, είς στιγμάς κρισιμωτάτας δι' ολόκληρον το Ελληνικόν Γένος.

Καλούμενος ήδη υπο της Θείας Προνοίας να διαδεχθώ τον Βασιλέα Πατέρα μου επι τού χηρεύσαντος Θρόνου, τον οποίον επι μακρά έτη εδόξασε και ετίμησεν, αγγέλλω τούτο προς τον Στρατόν μου είς τον όποιον αφιέρωσα ολόκληρον τον βίον μου και με τον όποιον ατυχής και ευτυχής πόλεμος αδιαρρήκτως με συνέδεσαν.

Αρθείσης απο πολλού πάσης παρεξηγήσεως τού παρελθόντος, δηλώ προς τον Στρατόν ότι ηγούμενος πάντοτε αυτού δεν θα παύσω μεριμνών περί της προόδου αυτού τε και τού Στόλου, του οποίου τα ένδοξα κατορθώματα εμεγάλωσαν και ελάμπρυναν την Πατρίδα μας.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

 

ΠΑΥΛΟΣ Α'

Ο Βασιλεύς Παύλος διαδέχτηκε τον αδελφό του, το Γεώργιο Β΄, την 1η Απριλίου του 1947. Ο Γεώργιος Β΄, ο οποίος δεν είχε παιδιά, πέθανε από ξαφνική ανακοπή καρδιάς ύστερα από σύντομη ασθένεια. Ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ υπέστη πολλές από τις κακουχίες στις οποίες είχε υποβληθεί η Ελληνική Βασιλική Οικογένεια κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς χρειάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα για να βρεθεί στην Αίγυπτο, τη Νότια Αφρική και το Λονδίνο, προκειμένου να γλιτώσει από τη Γερμανική επίθεση στην Κρήτη. Ο Γεώργιος Β΄ και ο τότε Διάδοχος Παύλος (με τη σύζυγό του Πριγκίπισσα Φρειδερίκη) επέστρεψαν στην Ελλάδα στις 28 Σεπτεμβρίου του 1946.

Γεννημένος το Δεκέμβριο του 1901, ο Βασιλεύς Παύλος ήταν το τέταρτο από τα έξι παιδιά του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄ και της Βασιλίσσης Σοφίας (τρία από τα οποία, ο Αλέξανδρος Α΄, ο Γεώργιος Β΄ και ο Παύλος Α΄ έγιναν Βασιλείς της Ελλάδας). Διαπίστωσε από κοντά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο πατέρας του καθώς προσπαθούσε να διατηρήσει την επισφαλή ουδετερότητα της Ελλάδας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη, ο Πρίγκιπας Παύλος υπήρξε μάρτυρας των δυσκολιών αλλά και των επιτυχιών που επέφερε η είσοδος της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων της Αντάντ (Entente). Διαπίστωσε τις συνέπειες του τραγικά πρώιμου θανάτου του αδελφού του, Βασιλέως Αλεξάνδρου, και την επιστροφή στο θρόνο του πατέρα του, το 1920. Ως νεαρός αξιωματικός πάνω στο καταδρομικό "Έλλη", παρακολούθησε την εκκένωση της Σμύρνης το Σεπτέμβριο του 1922, ύστερα από την άγρια λεηλασία της πόλης από τους Τούρκους κατά τον Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο που ακολούθησε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όταν τον Απρίλιο του 1924 η Ελλάδα ανακηρύχθηκε Αβασίλευτος Δημοκρατία, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Πρίγκιπας (και Διάδοχος) Παύλος αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα. Αμφότεροι εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο. Ο Διάδοχος Παύλος εργάστηκε για ένα χρόνο ως μαθητευόμενος μηχανικός αεροσκαφών (χρησιμοποιώντας το όνομα Πώλ Μπέκ) στο εργοστάσιο του Άρμστρογκ-Χουίτγουωρθ στο Κόβεντρι, μένοντας για δέκα μήνες στο Λέμιγκτον.

Ο Διάδοχος Παύλος και ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ επέστρεψαν στην Ελλάδα σχεδόν δώδεκα χρόνια αργότερα, το 1935, όταν σε πανεθνικό δημοψήφισμα αποφασίστηκε με συντριπτική πλειοψηφία η επαναφορά της Μοναρχίας έπειτα από μια δεκαετία και πλέον πολιτικής αστάθειας.

 

Τον επόμενο χρόνο ο Διάδοχος Παύλος επισκέφθηκε το Βερολίνο για να παραβρεθεί στους ΙΒ΄ Ολυμπιακούς Αγώνες. Εκεί, απηύθυνε πρόταση γάμου στην Πριγκίπισσα Φρειδερίκη του Ανόβερου, Δούκισσα του Μπρούνσβικ-Λύνεμπουργκ και εγγονή του Γερμανού Κάιζερ Βίλχελμ Β΄ (που βρισκόταν εξόριστος στο Ντόρν της Ολλανδίας). Οι αρραβώνες τους ανακοινώθηκαν επίσημα στις 28 Σεπτεμβρίου του 1937, και ο γάμος τελέσθηκε στις 9 Ιανουαρίου του 1938.

Οι πολύπλοκοι μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής μοναρχίας καθιστούσαν την Πριγκίπισσα Φρειδερίκη 34η στη σειρά της διαδοχής του Βρετανικού θρόνου, και ο Βασιλεύς Γεώργιος ΣΤ΄ της Μεγάλης Βρετανίας είχε χρειαστεί να δώσει την επίσημη συγκατάθεσή του στο Συμβούλιο του Θρόνου για την τέλεση του γάμου. Το ζεύγος πέρασε τα πρώτα χρόνια του συζυγικού βίου του στη βίλλα του στο Ψυχικό. Η κόρη τους Σοφία γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1938. Και στις 2 Ιουνίου του 1940, καθώς ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος προκαλούσε τεράστιες ανακατατάξεις στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, γεννήθηκε ο γιός τους Κωνσταντίνος.

Τον Απρίλιο του 1941 η Πριγκίπισσα Φρειδερίκη και τα δύο της παιδιά φυγαδεύτηκαν στην Κρήτη πάνω σε ένα Βρετανικό υδροπλάνο τύπου Σάντερλαντ. Τους ακολούθησαν λίγο αργότερα ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Διάδοχος Παύλος. Η Πριγκίπισσα Φρειδερίκη και τα παιδιά της έφτασαν τελικά στη Νότια Αφρική, όπου γεννήθηκε και το τρίτο παιδί του ζεύγους, η Πριγκίπισσα Ειρήνη. Αφού αντιμετώπισαν με γενναιότητα μεγάλους κινδύνους κατά τη Γερμανική επίθεση στην Κρήτη, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Διάδοχος Παύλος διέφυγαν και αυτοί από το νησί και εγκατέστησαν εξόριστη κυβέρνηση στο Λονδίνο. Η Πριγκίπισσα Φρειδερίκη και η οικογένειά της τελικά εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο το Φεβρουάριο του 1944.

Ο πόλεμος, καθώς και οι μάχες που επακολούθησαν στην Ελλάδα ανάμεσα στους Κομμουνιστές και τον κυβερνητικό στρατό, δημιούργησαν τεράστια κοινωνική αναταραχή στη χώρα. Η πολιτική τρικυμία στην οποία βρέθηκε η χώρα μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παρακίνησε το Ελληνικό εκλογικό σώμα να ψηφίσει υπέρ της επανόδου του Βασιλέως Γεωργίου Β' την 1η Σεπτεμβρίου του 1946. Ο Διάδοχος Παύλος και η Πριγκίπισσα Φρειδερίκη επέστρεψαν στη βίλλα τους στο Ψυχικό. Λίγο αργότερα, την 1η Απριλίου του 1947, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ πέθανε και τον διαδέχτηκε ο αδελφός του, ο Βασιλεύς Παύλος Α΄.

Λίγο μετά την ενθρόνιση του βασιλέως Παύλου Α΄, η Κομμουνιστική εξέγερση που είχε οδηγήσει σε συγκρούσεις στη βόρεια Ελλάδα την άνοιξη του 1946 εξελίχθηκε σε γενικευμένο Εμφύλιο Πόλεμο. Το καλοκαίρι του 1947 ο νέος Βασιλεύς και η Βασίλισσά του περιόδευσαν στη βόρεια Ελλάδα. Η Βασίλισσα Φρειδερίκη απηύθυνε έκκληση ζητώντας υποστήριξη για το Ταμείο Πρόνοιας Βορείων Επαρχιών - που δημιουργήθηκε για να συνδράμει τα ορφανά και τις οικογένειες που ζούσαν με την απειλή της απαγωγής των παιδιών τους στα γειτονικά Κομμουνιστικά κράτη της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας εάν δεν υποστήριζαν τους 'Έλληνες Κομμουνιστές.

Το ίδιο καλοκαίρι, ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ αρρώστησε βαριά, πράγμα που τον εμπόδισε να επισκεφθεί την Ήπειρο, όπου ο Ελληνικός στρατός δέχτηκε επιθέσεις από τους Κομμουνιστές στην Κόνιτσα την περίοδο των Χριστουγέννων του 1947. Η Βασίλισσα Φρειδερίκη μετέβη αντ' αυτού στη ζώνη των επιχειρήσεων στην Κόνιτσα για να δηλώσει την υποστήριξή της στους φαντάρους (για αυτή της τη γενναία πράξη, παρασημοφορήθηκε με τον Πολεμικό Σταυρό).

Ο Εμφύλιος Πόλεμος τερματίστηκε στα τέλη Αυγούστου του 1949 με την επικράτηση του εθνικού στρατού στα βουνά κοντά στην Αλβανική μεθόριο. Είχε υπάρξει ακόμα πιο επώδυνος για τον Ελληνικό λαό απ΄ ότι ο ίδιος ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το ένα δέκατο του πληθυσμού της χώρας είχε μείνει άστεγο, και ο Βασιλεύς απηύθυνε δημόσια έκκληση για την ανοικοδόμηση 7.000 κατεστραμμένων χωριών.

Το έργο του Βασιλέως και της Βασιλίσσης για την προώθηση της εθνικής συμφιλίωσης μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο - όπως και η έγνοια που επέδειξαν αμέσως για τα θύματα μιάς σειράς καταστροφικών σεισμών που χτύπησαν τη Ζάκυνθο, το Βόλο και τη Σαντορίνη μεταξύ των ετών 1953 και 1955 - συνέβαλε στη διαρκώς αυξανόμενη δημοτικότητα του θεσμού της μοναρχίας.

 

 

 

Μετά την παραίτηση του εξαδέλφου του Βασιλέως Μιχαήλ της Ρουμανίας το Δεκέμβριο του 1947, ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ βρέθηκε να είναι ο μοναδικός εναπομείνας Χριστιανός Ορθόδοξος μονάρχης στον κόσμο. Κατά συνέπεια, η επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Τουρκία τον Ιούνιο του 1952 απέκτησε ιδιαίτερη σημασία. Επισκέφτηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, αλλά υπέβαλε και τα σέβη του στον τάφο του Κεμάλ Ατατούρκ, το δημιουργό της σύγχρονης Τουρκίας. Ο Βασιλεύς επεδίωκε να προάγει την ανεκτικότητα σε θέματα θρησκείας. Όμως, η όλο και εντεινόμενη εκστρατεία των Ελληνοκυπρίων στο διχασμένο νησί της Κύπρου για ένωση με την Ελλάδα τροφοδότησε τη μεγάλη αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το 1955, οι περισσότεροι από τους ογδόντα Ορθόδοξους ναούς της Κωνσταντινούπολης λεηλατήθηκαν.

Στις 4 Οκτωβρίου του 1955, πέθανε ο επικεφαλής της Ελληνικής κυβέρνησης Στρατάρχης Παπάγος. Ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ επέλεξε ως νέο Πρωθυπουργό το σχετικά άγνωστο Υπουργό Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Καραμανλή - ο οποίος είχε εντυπωσιάσει το Βασιλέα με τον δυναμισμό που επέδειξε στην προσπάθεια ανασυγκρότησης ύστερα από τους καταστροφικούς σεισμούς του 1952-53. Για τα επόμενα οκτώ χρόνια, υπό τον Καραμανλή, η Ελλάδα γνώρισε σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη που στηριζόταν στη μεγαλύτερη βιομηχανοποίηση και τη δημιουργία ενός ακμαίου τουριστικού κλάδου. Ο Καραμανλής έθεσε ως στόχο του τον εκσυγχρονισμό της Ελλάδας, την ανάπτυξη της οικονομίας και την εξεύρεση λύσης στο ζήτημα της Κύπρου - όπου ο Κύπριος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επιζητούσε την ένωση με την Ελλάδα.

Οι απόψεις του Αρχιεπισκόπου προκάλεσαν βίαιες αντιδράσεις στην Τουρκία, και ξέσπασε εμφύλια σύρραξη ανάμεσα στην Ελληνική και την Τουρκική κοινότητα του νησιού. Η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος το 1960. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος - στον οποίο, το 1957, είχαν επιτρέψει οι Βρετανοί να επιστρέψει από τις Σεϋχέλλες όπου τον είχαν θέσει υπό περιορισμό - τιμήθηκε στην Αθήνα από το Βασιλέα Παύλο.

Ο Βασιλεύς Παύλος δέχτηκε με ευχαρίστηση τις αλλαγές στο σύνταγμα που εισηγήθηκε ο Καραμανλής, οι οποίες επέτρεψαν στις Ελληνίδες να μετέχουν στα κοινά. Εγκαινίασε σημαντικά βιομηχανικά έργα και αισθανόταν υπερήφανος γι΄ αυτό που συντελείτο στην Ελλάδα - που κάποιοι έβλεπαν ως ένα οικονομικό θαύμα. Υπήρξε ιδρυτής και πρόεδρος της Σχολής των Αναβρύτων, ενός σχολείου βασιζόμενου στις αρχές της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο και της αυτοπεποίθησης που πρέσβευε ο επιφανής εκπαιδευτικός Κούρτ Χάν. Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος υπήρξε μαθητής στα Ανάβρυτα για εννέα χρόνια.

Έντονες ανησυχίες όμως δημιούργησε αυτό που η αντιπολίτευση (υπό το Γεώργιο Παπανδρέου) εξέλαβε ως τις όλο και πιο στενές σχέσεις που αναπτύσσονταν ανάμεσα στο Βασιλέα Παύλο και την ηγεσία του στρατού. Με επιστολή του στις 3 Οκτωβρίου του 1962, ο Πρωθυπουργός Καραμανλής έθιξε στο Βασιλέα Παύλο κάποια σημεία που τον προβλημάτιζαν. Τονίζοντας τη δημοτικότητα του Βασιλέως, εξέφρασε ωστόσο ανησυχίες σχετικά με τα υπερβολικά συχνά ταξίδια στο εξωτερικό, κάποιους λόγους του Βασιλέως που δεν είχαν προεγκριθεί από την κυβέρνηση και την απουσία κυβερνητικού εκπροσώπου στα Ανάκτορα. Ο Βασιλεύς Παύλος ανταπέστειλε πλήρη και αιτιολογημένη απάντηση αντικρούοντας την κριτική και εκφράζοντας την έντονη δυσαρέσκειά του για την εκστρατεία κατασυκοφάντησης "όχι μόνο του δικού μου προσώπου αλλά και της συζύγου μου, των παιδιών μου και των εκλιπόντων γονέων μου". Ο Καραμανλής μεταχειρίστηκε την απάντηση του Βασιλέως για να υπερασπιστεί τη μοναρχία μπροστά στις διαρκείς επιθέσεις των αντιμοναρχικών. Το Μάρτιο του 1963 η Ελληνική μοναρχία γιόρτασε την εκατονταετηρίδα της. Τον Ιούλιο, ο Βασιλεύς Παύλος και η Βασίλισσα Φρειδερίκη προσκλήθηκαν να πραγματοποιήσουν επίσημη επίσκεψη στο Λονδίνο. Αλλά ο Πρωθυπουργός Καραμανλής εξέφρασε την αντίθεσή του σ' αυτό το ταξίδι, και υπέβαλε την παραίτησή του στις 11 Ιουνίου του 1963. Αμέσως μετά την παραίτηση του Καραμανλή, ο Βασιλεύς Παύλος προέβη σε δήλωση με την οποία υπογράμμιζε την επιθυμία του για τη διατήρηση αρμονικών σχέσεων με "το γενναίο Βρετανικό λαό", ο οποίος "ανέκαθεν μας στέκεται αρωγός σε καιρούς κινδύνου". Η επίσκεψη στέφθηκε από επιτυχία, και η Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ απένειμε στο Βασιλέα Παύλο τον τίτλο του Ιππότη του Τάγματος της Καλτσοδέτας - το αρχαιότερο ιπποτικό τάγμα με αδιάλειπτη ιστορία.

 

Λίγο μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ ασθένησε. Ανέβαλε όμως την πραγματοποίηση χειρουργικής επέμβασης για μετά τη διεξαγωγή των Γενικών Εκλογών, που έλαβαν χώρα στις 16 Φεβρουαρίου του 1964 με νίκη της Ενώσεως Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου, που αποτελείτο από αριστερίζοντες φιλελευθέρους. Ο Βασιλεύς υπεβλήθη σε εκτεταμένη επέμβαση για καρκίνο του στομάχου στις 20 Φεβρουαρίου, αφού είχε ορκίσει την προηγούμενη μέρα τη νέα κυβέρνηση. Πρίν την εγχείρηση, ο Βασιλεύς Παύλος είχε επίσης φροντίσει να κατοχυρώσει το Διάδοχο Κωνσταντίνο ως Αντιβασιλέα. Πέθανε στις 6 Μαρτίου του 1964.

Ο Βασιλεύς Παύλος Α΄ ανέπτυξε τις απόψεις του σχετικά με τις αρχές της μοναρχίας σε μια δήλωση που εξέδωσε επ΄ ευκαιρία των 18ων γενεθλίων του γιού του, Διαδόχου Κωνσταντίνου, το 1958. Ανέφερε ότι αποτελεί υποχρέωση του μονάρχη να μοχθεί ακούραστα "για την πρόοδο και τη δόξα της Ελλάδας (...) να στηρίζει σταθερά τις δημοκρατικές αρχές που διέπουν τους θεσμούς και τις συνταγματικές ελευθερίες του λαού (...) να στέκεται φύλακας και προστάτης της Αγίας μας Εκκλησίας (...) να αποκαθιστά την αδικία με τη συγχώρεση, τη διχόνοια με την ενότητα, το σφάλμα με την αλήθεια, την αμφισβήτηση με την πίστη." Τόνισε πως "είναι προτιμότερο να υπομένει δεινά ο Βασιλεύς παρά να ενσκήπτουν συμφορές στο Έθνος και την Πατρίδα".

Οι αρχές αυτές έμελλε να λάβουν κεντρική θέση στον τρόπο με τον οποίο ο νέος Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β΄ θα αντιλαμβανόταν τις καινούριες του ευθύνες.

 

 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Α'

Γεννημένος τον Αύγουστο του 1893, ο Αλέξανδρος ήταν ο δευτερότοκος γιός του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄ και της Βασίλισσας Σοφίας. Το 1917 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος δέχτηκε έντονες πιέσεις από τη Γαλλία και τους συμμάχους της στην Αντάντ (Entente), που πολεμούσαν τη Γερμανία. Αν και αρνήθηκε να παραιτηθεί, δέχτηκε ωστόσο να αντικατασταθεί από τον Αλέξανδρο.

Σύμφωνα με την περιγραφή του νεαρότερου από τους θείους του, Πρίγκιπα Χριστόφορου (του μικρότερου από το οχτώ παιδιά του Βασιλέως Γεωργίου Α΄), ο Αλέξανδρος πολύ γρήγορα κατέστη "αιχμάλωτος στο ίδιο του το παλάτι, στην υπηρεσία του οποίου επιτρέπονταν να βρίσκονται μόνο οι εχθροί του πατέρα του και του Βασιλικού Οίκου." Η Ελλάδα είχε βρεθεί, ουσιαστικά, στα χέρια του Πρωθυπουργού της, του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α΄ δήλωσε ότι ο Αλέξανδρος θα έπρεπε να βλέπει το θρόνο σαν μια παρακαταθήκη που κρατούσε κατά την απουσία του πατέρα και του μεγαλύτερου αδελφού του.

Τον Ιούλιο του 1917, λίγο μετά την έναρξη της σύντομης βασιλείας του Αλεξάνδρου, η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία, την Αυστρο-Ουγγαρία, την Τουρκία και τη Βουλγαρία. Το Μάιο του 1918, τα Ελληνικά στρατεύματα στη Μακεδονία συνέδραμαν τους Γάλλους και Βρετανούς στον πόλεμό τους κατά της Βουλγαρίας. Ο Αλέξανδρος ήταν δημοφιλής με τους αξιωματικούς του Βρετανικού επιτελείου.

Η Ελληνική συμμετοχή στην τελική φάση του "Μεγάλου Πολέμου" προσέφερε το στήριγμα για τις εδαφικές διεκδικήσεις που προέβαλε δυναμικά η χώρα στη Διάσκεψη των Παρισίων, όπου ο Βενιζέλος επιχειρηματολόγησε πειστικά υπέρ της απόδοσης στην Ελλάδα της Βορείου Ηπείρου και της Ανατολικής Θράκης, του διεθνούς ελέγχου της Κωνσταντινούπολης και της κατάληψης της Σμύρνης και της ενδοχώρας της. Για την Ελλάδα όμως, ο πόλεμος συνεχίστηκε και μετά το 1918 με τις Ελληνικές δυνάμεις να αποβιβάζονται στη Σμύρνη στις 15 Μαΐου του 1919.

 

Στις 4 Νοεμβρίου του 1919, ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε την Ασπασία Μάνου, κόρη του Λοχαγού Πέτρου Μάνου - η οποία δεν έλαβε ποτέ τον τίτλο της Βασίλισσας.

Ο Βασιλεύς Αλέξανδρος Α΄ βρέθηκε στην Ανατολική Θράκη τον Ιούλιο του 1920, όταν τα στρατεύματά του κατέλαβαν την Αδριανούπολη, αλλά δεν μετέβη στη Μικρά Ασία, όπου οι Ελληνικές δυνάμεις ξεπέρασαν την αντίσταση του Κεμαλικού στρατού, κατέλαβαν την Προύσα και έφτασαν ως τη Θάλασσα του Μαρμαρά.

Τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου του 1920, ο Βενιζέλος ζήτησε τη Βρετανική υποστήριξη για την Ελληνική προέλαση προς τη βάση του Στρατηγού Μουσταφά Κεμάλ στην Άγκυρα ώς επόμενο βήμα για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, της δημιουργίας δηλαδή ενός Ελληνικού βασιλείου που θα απλωνόταν εκατέρωθεν του Αιγαίου.

Καθώς όμως οι επιχειρήσεις μαίνονταν στα Βαλκάνια, τραγωδία χτύπησε την Ελληνική Βασιλική Οικογένεια. Στις 27 Σεπτεμβρίου, έχοντας μόλις ολοκληρώσει την επισκευή του αυτοκινήτου του στο Τατόι, ο Βασιλεύς Αλέξανδρος έπεσε θύμα ενός παράξενου περιστατικού. Ο σκύλος ενεπλάκη σε καυγά με δύο εξημερωμένες μαϊμούδες και, καθώς ο Βασιλιάς προσπάθησε να χωρίσει τα ζώα, τον δάγκωσε μια μαϊμού στο πόδι. Το τραύμα μολύνθηκε, ακολούθησε η σήψη και τέσσερις εβδομάδες αργότερο, αφού είχαν μεσολαβήσει επτά εγχειρήσεις, ο εικοσιεπτάχρονος Βασιλεύς πέθανε στις 25 Οκτωβρίου του 1920. Η κόρη του Αλέξανδρου και της Πριγκίπισσας Ασπασίας, Αλεξάνδρα, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1921.

Ο θρόνος πέρασε στη Βασίλισσα Όλγα, γιαγιά του Αλεξάνδρου, η οποία ανέλαβε την αντιβασιλεία. Ο Βενιζέλος ηττήθηκε στις εκλογές της 14ης Νοεμβρίου και εγκατέλειψε τη χώρα. Με το δημοψήφισμα της 5ης Δεκεμβρίου, η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ζήτησε την επιστροφή του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄, ο οποίος επανήλθε δύο εβδομάδες αργότερα, εν μέσω γενικού ενθουσιασμού.

 

 

 

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β'

Ο Πρίγκιπας Γεώργιος, πρωτότοκος γιός του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄, γεννήθηκε στις 7/20 Ιουλίου του 1890. Η είδηση της γέννηση του διαδόχου χαιρετίσθηκε με ενθουσιασμό από τον αθηναϊκό λαό ενώ στις 11.00 ώρα, από τα πυροβολεία της Αθήνας, ρίφθηκαν 121 κανονιοβολισμοί.

Διαδέχτηκε τον πατέρα του το 1922, όταν η Ελλάδα διένυε μια ταραγμένη περίοδο. Δύο συνταγματάρχες, ο Νικόλαος Πλαστήρας και ο Στυλιανός Γονατάς, είχαν υποκινήσει εξέγερση στη Χίο ζητώντας την παραίτηση του Κωνσταντίνου Α΄. Οι Συνταγματάρχες εκτέλεσαν τον Πρωθυπουργό Γούναρη και άλλους πέντε. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Ε΄ της Μεγάλης Βρετανίας έστειλε πολεμικό πλοίο για να σώσει τον εξάδελφό του Πρίγκιπα Ανδρέα (τον μικρότερο αδελφό του Κωνσταντίνου Α΄ και πατέρα του μετέπειτα Δούκα του Εδιμβούργου) ο οποίος είχε συλληφθεί από τους συνταγματάρχες. Τελικά, επετράπη στον πρίγκιπα και στην οικογένειά του να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.

Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ αισθανόταν πως και ο ίδιος θα έπρεπε να φύγει στην εξορία σε ένδειξη διαμαρτυρίας, αλλα ο Συνταγματάρχης Μεταξάς - ο οποίος πίστευε πως το κίνημα θα κατέρρεε - τον έπεισε να παραμείνει στο Τατόι. Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο συγκεχυμένη όταν τον Ιούλιο του 1923 επανασυστήθηκε ο αντιμοναρχικός Στρατιωτικός Σύνδεσμος. Λίγο αργότερα, ο Μεταξάς επιχείρησε ανεπιτυχώς να ανατρέψει τους συνταγματάρχες και τους αντιπάλους της βασιλευομένης δημοκρατίας. Πολλοί Έλληνες πίστεψαν ότι ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ γνώριζε από πρίν για την συνομωσία του Μεταξά.

 

Οι εκλογές του Δεκεμβρίου του 1923 ανέδειξαν ένα κοινοβούλιο όπου τη συντριπτική πλειοψηφία την είχαν οι αντιμοναρχικοί. Το βασιλικό ζεύγος πραγματοποίησε ταξίδι στη Ρουμανία, γενέτειρα της συζύγου του Γεωργίου Ελισάβετ. Κατά την απουσία τους ανακηρύχθηκε αβασίλευτος δημοκρατία στις 25 Μαρτίου του 1924.

Ο Γεώργιος Β΄ κατέφυγε στο Λονδίνο, όπου τον ακολούθησε λίγους μήνες αργότερα ο Διάδοχος Παύλος. Ύστερα από ένα μακρύ διάστημα χωριστής διαβίωσης - κατά το οποίο η Βασίλισσα Ελισάβετ είχε επιστρέψει στη γενέτειρά της Ρουμανία - το βασιλικό ζεύγος χώρισε με διαζύγιο που εκδόθηκε το 1935. Καθώς ήταν άτεκνο, πρώτος στη σειρά της διαδοχής βρέθηκε ο Πρίγκιπας Παύλος, νεότερος αδελφός του Βασιλέως Γεωργίου Β΄. Εκείνη την εποχή, ο Διάδοχος Παύλος εργαζόταν σε εργοστάσιο αεροπλάνων στο Κόβεντρι, όπου χρησιμοποιούσε το όνομα Πώλ Μπέκ.

Η νέα Ελληνική Δημοκρατία πέρασε από διαδοχικές κρίσεις. Το Μάρτιο του 1935 έλαβε χώρα μια σοβαρή αλλά ανεπιτυχής εξέγερση υπό το Βενιζέλο και το Στρατηγό Πλαστήρα. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους ο Αναπληρωτής Πρωθυπουργός Στρατηγός Κονδύλης (ο οποίος ήταν ένθερμος αντιμοναρχικός) δήλωσε ότι πίστευε πως πρέπει να αποκατασταθεί η συνταγματική μοναρχία, καθώς θεωρούσε ότι αυτή θα επέφερε την ομαλότητα και τον σεβασμό στο κράτος. Ο Κονδύλης έγινε Πρωθυπουργός τον Οκτώβριο του 1935, και στις 3 Νοεμβρίου του ίδιου έτους διεξήχθη δημοψήφισμα σχετικά με την επαναφορά της μοναρχίας. Υπέρ της αποκατάστασης της μοναρχίας ψήφισαν 1.491.992, και κατά μόλις 32.454. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Διάδοχος Παύλος επέστρεψαν στην Ελλάδα στις 25 Νοεμβρίου του 1935 εν μέσω γενικού ενθουσιασμού.

Κατά τους πρώτους εννέα μήνες της βασιλείας του, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ προσπάθησε να δρομολογήσει μια σωστή δημόσια διοίκηση. Απομάκρυνε το Στρατηγό Κονδύλη όταν εκείνος εναντιώθηκε στη γενική αμνηστία που παραχώρησε ο Βασιλεύς στους υπηκόους του - η οποία, μαζί με την άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, ενδυνάμωσε το χώρο της άκρας Αριστεράς.. Ο Βασιλεύς τοποθέτησε το Στρατηγό Μεταξά στη θέση του Πρωθυπουργού. Στις 4 Αυγούστου του 1936, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ εξουσιοδότησε το Μεταξά να εγκαθιδρύσει προσωρινή δικτατορία, εν΄ όψει της επικείμενης γενικής απεργίας που είχε κηρύξει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.

 

Στις 17 Νοεμβρίου του 1936, τα λείψανα του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄, της συζύγου του Βασιλίσσης Σοφίας και της μητέρας του Βασιλίσσης Όλγας μεταφέρθηκαν από τη Φλωρεντία στην Ελλάδα. Ακολούθησε δημόσια κηδεία στην Αθήνα και επανενταφιασμός στην οικογενειακή κατοικία του Τατοΐου.

Ο Γεώργιος Β΄ πίστευε πως μπορούσε να ελέγξει το Μεταξά, η καθιέρωση ωστόσο του οποίου ως φασιστικού ηγέτη έφερε σε πολύ δύσκολη θέση το βασιλέα.

Εξακολούθησε να ασκεί προσεχτική πολιτική καθώς αναπτυσσόταν ο κίνδυνος σύρραξης ανάμεσα στην Μεγάλη Βρετανία και τη Χιτλερική Γερμανία. Διατήρησε τους στενούς δεσμούς του με το Βασιλικό Οίκο της Βρετανίας. Ο Διάδοχος Παύλος επρόκειτο να παντρευτεί την Πριγκίπισσα Φρειδερίκη του Ανοβέρου, Δούκισσα του Μπρούνσβικ-Λύνεμπουργκ, η οποία ήταν 34η στη σειρά της διαδοχής του Βρετανικού θρόνου, πράγμα που κατέστησε αναγκαία την επίσημη συγκατάθεσή - η οποία και δόθηκε - του Βασιλέα Γεωργίου ΣΤ΄ της Μεγάλης Βρετανίας για την τέλεση του γάμου.

Εντούτοις, τρεις ανώτατοι αξιωματούχοι των Ναζί, ο Γκέριγκ, ο Γκέμπελς και ο Σάχτ, επισκέφτηκαν σε στενή αλληλουχία την Αθήνα το 1937.. Ο βασιλικός γάμος ωστόσο επέφερε πολύ μεγαλύτερα οφέλη από άποψη προπαγάνδας για τους αγγλόφιλους στην Ελλάδα παρά για τη Γερμανία.

Η πρώτη κόρη του Διαδόχου Παύλου και της Πριγκίπισσας Φρειδερίκης, η Σοφία (μετέπειτα σύζυγος του Βασιλέως Χουάν Κάρλος της Ισπανίας), γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1938. Ο πρωτότοκος γιός τους, ο Κωνσταντίνος, γεννήθηκε στις 2 Ιουλίου του 1940. Έμελλε να γίνει ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β΄ της Ελλάδας.

Μετά τις ταχύτατες και θριαμβευτικές νίκες του Χίτλερ στις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δημιουργήθηκε μεγάλη ένταση ανάμεσα στην Ιταλία του Μουσολίνι - ο οποίος οραματιζόταν τη δική του γρήγορη επικράτηση - και την Ελλάδα του Μεταξά. Τον Οκτώβριο του 1940, η Ιταλία έστειλε τελεσίγραφο στην Ελλάδα ζητώντας από την Αθήνα να της παραχωρήσει στρατηγικά σημεία-κλειδιά της επικράτειάς της. Κατά τη σύρραξη που επακολούθησε, οι Έλληνες εξεδίωξαν τους Ιταλούς εισβολείς από την Ήπειρο και διείσδυσαν στα βουνά της Αλβανίας. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄, ως Γενικός Αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, παρέμεινε στην Αθήνα για να προεδρεύει των συσκέψεων του Πολεμικού Συμβουλίου στο Ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Διάδοχος Παύλος πραγματοποίησε συχνές επισκέψεις στο μέτωπο.

Ο Στρατηγός Μεταξάς πέθανε στις 29 Ιανουαρίου του 1941, και ο Βασιλεύς Γεώργιος ανέθεσε την πρωθυπουργία στον τραπεζίτη Αλέξανδρο Κορυζή. Οι Βρετανοί υποστήριξαν τον Ελληνικό αγώνα κατά της Ιταλίας στέλνοντας ένα μικρό εκστρατευτικό σώμα, αλλά στις 6 Απριλίου του 1941 οι Γερμανοί ήρθαν προς ενίσχυση της Ιταλίας. Η Θεσσαλονίκη έπεσε στις δυνάμεις του Άξονα.

 

 

Καθώς η κατάσταση χειροτέρευε, πολλά μέλη της Ελληνικής Βασιλικής Οικογένειας αναχώρησαν από την Αθήνα για την Κρήτη στις 22 Απριλίου με ένα Βρετανικό υδροπλάνο τύπου Σάντερλαντ. Ο Βασιλεύς Γεώργιος αναχώρησε για την Κρήτη την ημέρα της ονομαστικής εορτής του, στις 23 Απριλίου. Η Βασιλική Οικογένεια έγινε δεκτή με Γερμανικές επιδρομές. Ύστερα από μια εβδομάδα έντονης αβεβαιότητας, τα περισσότερα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας μεταφέρθηκαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ενώ ο Βασιλεύς Γεώργιος προσπάθησε να παραμείνει στην Κρήτη. Η σθεναρή αντίσταση των Ελληνικών και Βρετανικών στρατευμάτων λίγο έλειψε να αποκρούσει τη Γερμανική από αέρος επίθεση.

Αλλά το Μάιο ο συμμαχικός Διοικητής Στρατηγός Φρέυμπεργκ αποφάσισε την εγκατάλειψη του νησιού. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και η συνοδεία του ακολούθησαν μιαν εξαντλητική πορεία προς τη νότια ακτή της Κρήτης, περνώντας με μουλάρια μέσα απο βαθιές χαράδρες. Το Βρετανικό αντιτορπιλικό Ντίκοϋ τους μετέφερε στην Αίγυπτο, όπου ζούσε μεγάλη Ελληνική κοινότητα. Στο Βασιλέα Γεώργιο Β΄ απονεμήθηκε το Βρετανικό Μετάλλιο Εξόχου Υπηρεσίας (DSO) για τη γενναιότητα που επέδειξε κάτω από τα εχθρικά πυρά.

Η οικογένεια μετακόμισε από την Αίγυπτο στη Νότια Αφρική, απ' όπου αρκετά σύντομα ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Διάδοχος Παύλος αναχώρησαν για το Λονδίνο. Εκεί ίδρυσαν τα γραφεία της εξόριστης κυβέρνησης.

Το αντιστασιακό κίνημα κατά των Γερμανών στην Ελλάδα περιελάμβανε και τους αντιμοναρχικούς κομμουνιστές, και αναπόφευκτα σε μια περίοδο τέτοιας αναταραχής και κινδύνου το μέλλον της Ελληνικής μοναρχίας τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Στη Βρετανία ο Ουίνστων Τσώρτσιλ υποστήριζε τον Βασιλέα Γεώργιο Β. Το Μάρτιο του 1944 οι Κομμουνιστές σχημάτισαν δική τους κυβέρνηση, την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ).

Το Μάιο του 1944, καθώς η πλάστιγγα είχε γείρει κατά των Γερμανών, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ προσέφερε την υποστήριξή του στις προσπάθειες του Γεωργίου Παπανδρέου (που ήταν αντικομμουνιστής και αντι-Βενιζελικός) να δημιουργήσει κυβέρνηση εθνικής ενότητας σε μια ειδική διάσκεψη στο Λίβανο. Με τη Συμφωνία της Καζέρτα ανάμεσα στον Υπουργό παρα τω Γενικώ Συμμαχικώ Επιτελείω Χάρολντ Μακμίλλαν και τον Παπανδρέου το Σεπτέμβριο του 1944, οι Βρετανοί ανέλαβαν να εποπτεύσουν την ομαλή απελευθέρωση της Ελλάδας κατά την αποχώρηση των Γερμανών. Οι Βρετανικές δυνάμεις μπήκαν στην Αθήνα στις 14 Οκτωβρίου του 1944.

Το Δεκέμβριο του 1944 ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος καθώς οι Έλληνες αντιμοναρχικοί κομμουνιστές συγκρούστηκαν με τις συμμαχικές δυνάμεις στην Αθήνα. Ο Τσώρτσιλ και ο Υπουργός του των Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν έφτασαν αεροπορικώς στην Αθήνα την ημέρα των Χριστουγέννων του 1944 για να οργανώσουν διάσκεψη με σκοπό την πρόληψη της επέκτασης του Εμφυλίου Πολέμου. Τρείς εβδομάδες αργότερα επετεύχθη συμφωνία στη Βάρκιζα. Κατόπιν πιέσεων του Τσώρτσιλ στα τέλη του 1944, ο Βασιλεύς Γεώργιος διόρισε τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό ως Αντιβασιλέα μέχρι την τελική επάνοδό του.

 

 

Τα βάσανα της Ελλάδας συνεχίστηκαν και μετά την κατάρρευση της Γερμανίας το 1945. Στις 31 Μαρτίου του 1946 διεξήχθησαν Γενικές Εκλογές - οι πρώτες σε διάστημα δέκα ετών - με την παρουσία Βρετανών, Αμερικανών και Γάλλων παρατηρητών. Τη νίκη πέτυχε ο ευρέως φιλοβασιλικός, λαϊκός συνασπισμός, καταλαμβάνοντας 231 από τις 354 έδρες. Την 1η Σεπτεμβρίου του 1946 διεξήχθη ψηφοφορία στην οποία το 69% των εκλογέων τάχθηκαν υπέρ της επιστροφής του Βασιλέως Γεωργίου Β΄, ο οποίος πέταξε από το Λονδίνο στην Ελευσίνα στις 27 Σεπτεμβρίου του 1946. Ο διάδοχος Παύλος και η οικογένειά του επέστρεψαν στο σπίτι τους στο Ψυχικό. Η κατοικία του Βασιλέως στο Τατόι είχε υποστεί σημαντικές ζημιές κατά τον πόλεμο.

Ο ανταρτοπόλεμος συνεχιζόταν στα βουνά - αλλά οι ΗΠΑ υποσχέθηκαν στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στις χώρες που απειλούνταν από τον κομμουνισμό, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Τουρκίας. Σύμφωνα με τις ειρηνευτικές συνθήκες των Παρισίων, το Φεβρουάριο του 1947 τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ελλάδα από την Ιταλία.

Το άγχος του πολέμου είχε αποδυναμώσει την υγεία του Βασιλέως Γεωργίου Β΄. Λίγο μετά την ετήσια παρέλαση της 25ης Μαρτίου, όπου πρωτοστάτησε, εξουθενώθηκε και πέθανε από αιφνίδια ανακοπή καρδιάς την 1η Απριλίου του 1947 στα 57 του χρόνια. Καθώς δεν είχε παιδιά, τον διαδέχτηκε ο νεότερος αδελφός του που έλαβε τον τίτλο του Βασιλέως Παύλου Α΄, ορκιζόμενος Βασιλεύς το βράδυ της ημέρας του θανάτου του αδελφού του. Ο τωρινός Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β΄ ορίστηκε νέος Διάδοχος. Ήταν έξι χρονών, και περπάτησε δίπλα στον πατέρα του πίσω από το φέρετρο του Θείου του κατά την επίσημη κηδεία στην Αθήνα.

 

 

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α'

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α΄, πρωτότοκος γιός του Βασιλέως Γεωργίου Α΄ και της Βασίλισσας Όλγας, γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου του 1868 και έλαβε το όνομα του πατέρα της μητέρας του, του Μεγάλου Δούκα Κωνσταντίνου της Ρωσίας. Ήταν ένα όνομα με μεγάλη συγκινησιακή φόρτιση για τους Έλληνες και ιδιαίτερα για όσους πατριώτες είχαν ενστερνιστεί τη Μεγάλη Ιδέα ενός ενωμένου Ελληνικού έθνους με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.

Από το 1884 ως το 1887, ο Κωνσταντίνος, στον οποίο ο πατέρας του είχε δώσει τον τίτλο του Δούκα της Σπάρτης, σπούδασε στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας.

Την 22η επέτειο των γάμων των γονέων του, στις 27 Οκτωβρίου του 1889, ο Κωνσταντίνος παντρεύτηκε τη Σοφία της Πρωσίας. Ο πρωτότοκος γιός τους, ο μέλλων Βασιλεύς Γεώργιος Β΄, γεννήθηκε στην οικογενειακή οικία του Τατοΐου, κοντά στην Αθήνα, στις 19 Ιουλίου του 1890 και μεταξύ των νονών του ήταν και η Βασίλισσα Βικτώρια της Μεγάλης Βρετανίας.

Ο δευτερότοκος γιός τους, ο μέλλων Βασιλεύς Αλέξανδρος Α΄, γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1893, ενώ ο τρίτος γιός τους, ο μετέπειτα Βασιλεύς Παύλος Α΄, γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1901. Η Πριγκίπισσα Ελένη, η οποία παντρεύτηκε το Βασιλέα Κάρολο Β΄ της Ρουμανίας, γεννήθηκε το Μάιο του 1896.

 

Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τη Γερμανική στρατιωτική εκπαίδευση. Ο Ελληνικός στρατός είχε διχαστεί σε οπαδούς και αντιπάλους του Κωνσταντίνου και μετά την κατάληψη της εξουσίας στην Κωνσταντινούπολη από τους Νεότουρκους το 1908 αντιφρονούντες Έλληνες αξιωματικοί ανέτρεψαν την κυβέρνηση των Αθηνών. Εγκαθίδρυσαν το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, και κεντρικό στοιχείο της κριτικής τους αποτέλεσε αυτό που εξέλαβαν ως μεροληπτική μεταχείριση στις προαγωγές του Διαδόχου και των αδελφών του. Για να μην αναγκαστεί ο πατέρας τους, ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄, να τους αποπέμψει από το στράτευμα, οι πρίγκιπες παραιτήθηκαν.

Όταν ο Βενιζέλος σχημάτισε την κυβέρνηση του μετά την κατάρρευση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, εξέφρασε μεγάλο θαυμασμό για το Διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος διορίστηκε Γενικός Επιθεωρητής του Ελληνικού στρατού. Απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη από τους Τούρκους κατά το Βαλκανικό Πόλεμο του 1912, έχοντας ηγηθεί των Ελληνικών στρατευμάτων στη Μάχη των Γιαννιτσών την 1η Νοεμβρίου του 1912. Ο Κωνσταντίνος ανήλθε στο θρόνο μετά το τραγικό γεγονός της δολοφονίας του Γεωργίου Α΄ την 18η Μαρτίου του 1913 στη Θεσσαλονίκη.

Σχεδόν ενάμιση χρόνο αργότερα, η Ευρωπαϊκή ήπειρος βυθίστηκε στη δίνη του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Λίγο μετά την έναρξη των εχθροπραξιών τον Αύγουστο του 1914, η προπαγάνδα των Γάλλων και των συμμάχων ξεκίνησαν συντονισμένη επίθεση κατά του Κωνσταντίνου, τον οποίο χαρακτήριζαν γερμανόφιλο και "φίλο και γυναικάδελφο του Κάιζερ". Αυτή η στάση πήγαζε από το γεγονός ότι το φθινόπωρο του 1913, λίγο μετά την άνοδό του στο θρόνο, ο Κωνσταντίνος είχε παρακολουθήσει ασκήσεις του Γερμανικού στρατού μαζί με τον Κάιζερ Βίλχελμ Β΄ και είχε προσπαθήσει να διαπραγματευτεί τη λήψη δανείου από τη Γερμανία. Συν τοις άλλοις, ο Έλληνας Βασιλεύς σπούδασε στη Γερμανία και είχε επηρεαστεί από τη Γερμανική κουλτούρα.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο Κάιζερ ζήτησε από τον Κωνσταντίνο να πάρει το πλευρό της Γερμανίας και της Αυστρίας "σε μια ενωμένη σταυροφορία κατά της Σλαβικής επικράτησης στα Βαλκάνια." Η Ελλάδα όμως παρέμεινε ουδέτερη.

 

Όταν, ωστόσο, κατέστη φανερό πως η Τουρκία θα συμμαχούσε με τη Γερμανία, πολλοί Έλληνες θέλησαν να βοηθήσουν τις δυνάμεις της Αντάντ (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία). Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος έφτασε κοντά στο να συνδράμει τη Βρετανία στην εκστρατεία των Δαρδανελίων (Φεβρουάριος-Μάρτιος του 1915) αλλά ο Ιωάννης Μεταξάς, ο εκτελών χρέη αρχηγού του γενικού επιτελείου, τον προειδοποίησε να μην μπεί στον πόλεμο. Ο Βενιζέλος παραιτήθηκε.

Προτού όμως γίνει δυνατό να διεξαχθούν εκλογές, τον Ιούνιο του 1915, η υγεία του Βασιλέως Κωνσταντίνου κλονίστηκε. Έπαθε πνευμονία και πλευρίτιδα, και βρέθηκε κοντά στο θάνατο. Μάλιστα, τον είχε εξομολογήσει ιερέας όταν έφεραν κοντά του την ιερή εικόνα της Παναγίας από την εκκλησία της Ευαγγελίστριας στην Τήνο. 'Ως εκ θαύματος ανέρρωσε, και η σύζυγός του, η Βασίλισσα Σοφία, προσέφερε ένα μεγάλο ζαφείρι σαν τάμα στην εικόνα.

Ο Βενιζέλος κέρδισε τις εκλογές του Ιουνίου και το Σεπτέμβριο, καθώς πλήθαιναν οι φόβοι Βουλγαρικής επίθεσης στη Θεσσαλονίκη, κάλεσε - χωρίς τη συναίνεσε του Βασιλέως Κωνσταντίνου - τους Βρετανούς και Γάλλους να στείλουν στρατεύματα στην πόλη. Ο Βασιλεύς τελικά δέχτηκε να επιστρατεύσει 18.000 εφέδρους, ως προφύλαξη για το ενδεχόμενο Βουλγαρικής επίθεσης.

Η γενική διοίκηση των γαλλοβρετανικών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη ανατέθηκε στο Γάλλο Στρατηγό Σαράι (Sarail) που ήταν ένθερμος αντιμοναρχικός. Οι τρόποι του δεν άρεσαν στο Βασιλέα Κωνσταντίνο. "Δεν δέχομαι να μου συμπεριφέρονται ώς να ήμουν ιθαγενής φύλαρχος," έλεγε. Ο Σαράι προσεταιρίστηκε μέρος της εξουσίας του Βασιλέως, και παρά τη δηλωμένη ουδετερότητα της Ελλάδας ενθάρρυνε τη στρατολόγηση ενός Ελληνικού ¨εθνικού στρατού" για να πολεμήσει τους Βούλγαρους, οι οποίοι είχαν καταλάβει την ανατολική Μακεδονία.

Ενώ επικρατούσε γενική ένταση, εμπρηστές χτύπησαν το κτήμα του Βασιλέως στο Τατόι, προκαλώντας μεγάλες καταστροφές και το θάνατο 18 ανθρώπων. Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος με τη Βασίλισσα Σοφία και την οικογένειά τους κατάφεραν να ξεφύγουν ακολουθώντας ασφαλή μονοπάτια μέσα από το δάσος.

 

Την 1η Δεκεμβρίου του 1916, ένα ξέσπασμα βίας από Γάλλους ναύτες και Βρετανούς πεζοναύτες (που οδήγησε στο βομβαρδισμό των Ανακτόρων στην Αθήνα) επέφερε την οριστική ρήξη ανάμεσα στο Βασιλέα Κωνσταντίνο και τις δυνάμεις της Αντάντ, οι οποίες επέβαλαν ναυτικό αποκλεισμό στην Ελλάδα. Οι Γάλλοι, συνεπικουρούμενοι από το νέο Βρετανό Πρωθυπουργό Λόυντ Τζώρτζ, απαίτησαν από τον Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει το θρόνο του προκειμένου να άρουν τον αποκλεισμό.

Ο πρωτότοκος γιός του Κωνσταντίνου, ο Διάδοχος Γεώργιος, θεωρήθηκε ακατάλληλος για τη διαδοχή καθώς είχε υπηρετήσει στο γερμανικό στρατό. Έτσι ο Κωνσταντίνος έδωσε τη θέση του στο δευτερότοκο γιό του Αλέξανδρο, χωρίς να παραιτηθεί επισήμως. Οι περισσότερες εξουσίες παραδόθηκαν στο Βενιζέλο.

Τον Ιούλιο του 1917, η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία, την Αυστρο-Ουγγαρία, την Τουρκία και τη Βουλγαρία. Τα Ελληνικά στρατεύματα πολέμησαν θαρραλέα πλάι στους Βρετανούς στη Λίμνη Δοϊράνη στη Μακεδονία, και συνέβαλαν στην τελική επικράτηση της Αντάντ. Στηριζόμενος στην είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο, ο Βενιζέλος προέβαλε τις Ελληνικές εδαφικές διεκδικήσεις - που περιλάμβαναν και τη Σμύρνη - στη Διάσκεψη των Παρισίων που έλαβε χώρα στις Βερσαλλίες.

Οι συγκρούσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία συνεχίστηκαν και μετά το τέλος του "Μεγάλου Πολέμου". Τον Οκτώβριο του 1920, ο Βενιζέλος ζήτησε τη Βρετανική υποστήριξη για μια Ελληνική προέλαση προς την Άγκυρα, όπου είχε τη βάση του το Τουρκικό αντιστασιακό κίνημα υπό το Στρατηγό Μουσταφά Κεμάλ. Και ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη διεθνείς πολιτικοί ελιγμοί, ο Βασιλεύς Αλέξανδρος της Ελλάδας έπαθε ένα εντελώς αναπάντεχο ατύχημα στο βασιλικό κτήμα του Τατοΐου.

 

Καθώς προσπαθούσε να τραβήξει το σκύλο του που καυγάδιζε με δύο μαϊμούδες, τον δάγκωσε μια μαϊμού στο πόδι. Η πληγή μολύνθηκε, επήλθε σήψη και ο Βασιλεύς Αλέξανδρος πέθανε ύστερα από ένα μήνα στο 27ο έτος της ηλικίας του. Η σύζυγός του, η Πριγκίπισσα Ασπασία (την οποία είχε παντρευτεί το Νοέμβριο του 1919) ήταν τότε τριών μηνών έγκυος.

Ο Βενιζέλος ηττήθηκε στις Γενικές Εκλογές της 14ης Νοεμβρίου 1920, και εγκατέλειψε τη χώρα. Με δημοψήφισμα στις 5 Δεκεμβρίου του 1920, ο Ελληνικός λαός επέλεξε με 1.010.783 ψήφους έναντι 10.883 την επάνοδο του Κωνσταντίνου Α΄, ο οποίος επέστρεψε θριαμβευτικά δύο εβδομάδες αργότερα.

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος αποφάσισε τη συνέχιση του πολέμου με την Τουρκία. Το Μάιο του 1921, αναχώρησε για να αναλάβει την αρχιστρατηγία του στρατού στη Μικρά Ασία. Τον ακολουθούσε ο αδελφός του Πρίγκιπας Ανδρέας (πατέρας του Δούκα του Εδιμβούργου) με τον πρωτότοκο γιό του Πρίγκιπα Νικόλαο. Τον Αύγουστο του 1922 ο Ελληνικός στρατός ηττήθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922 μπήκαν στη Σμύρνη και τη λεηλάτησαν με μεγάλη βαρβαρότητα. Τη μερική εκκένωση της Σμύρνης - με τη βοήθεια Βρετανικών και Γαλλικών πολεμικών πλοίων - παρακολούθησε ως νεαρός αξιωματικός του ναυτικού πάνω στο καταδρομικό "Έλλη" ο Πρίγκιπας, και μετέπειτα Βασιλεύς, Παύλος.

Κατά τις τελευταίες μέρες του πολέμου με την Τουρκία, ομάδα Ελλήνων συνταγματαρχών απαίτησε την παραίτηση του Βασιλέως Κωνσταντίνου. Η κατάσταση της υγείας του ήταν κακή και, αφού συμβουλεύτηκε τον παλιό του φίλο Συνταγματάρχη Μεταξά, παραιτήθηκε για να αποτρέψει τον κίνδυνο εμφυλίου πολέμου.

Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1922, ο θρόνος πέρασε στο Διάδοχο Γεώργιο, ο οποίος ονομάστηκε Γεώργιος Β΄. Τέσσερις μήνες αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου του 1923, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α΄ πέθανε σε ένα ξενοδοχείο στο Παλέρμο της Σικελίας.

 

 

 

 

 

ΑΦΙΞΗ ΚΑΙ ΕΝΘΡΝΙΣΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α'

O Βασιλεύς Γεώργιος Α' αφίχθη στον Πειραιά στις 17 Οκτωβρίου 1863 με τον ατμοδρόμονα «Ελλάς» τον οποίο συνόδευαν τρία πλοία των μεγάλων δυνάμεων.

Πλήθος κόσμου είχε κατακλίσει τους δρόμους επιφυλάσσοντας θερμή υποδοχή στον νεαρό Βασιλιά. Όπως γράφει η εφημερίδα της εποχής "Εθνοφύλαξ":

"Ητο αληθώς μαγευτικώτατον και συγκινητικώτατον το θέαμα τούτο, όπερ αδύνατον να περιγράψη και ο γραφικώτερος κάλαμος"

Στις 31 Οκτωβρίου 1863 ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης ο Γεώργιος Α' ορκίσθη Βασιλεύς των Ελλήνων και εξέδωσε το πρώτο του διάγγελμα - η πρώτη "υπόσχεσις" όπως ονομάστηκε - προς τον Ελληνικό Λαό.

ΕΚΛΟΓΗ ΒΑΣΙΛΕΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α'

Στις 12/24 Οκτωβρίου 1862 οι Βαυαρικής καταγωγής Βασιλείς Όθωνας και Αμαλία ωθούνται σε εξορία.  Σχεδόν αμέσως τίθεται το θέμα της αντικατάστασης τους.

Εκλέγεται από την Εθνοσυνέλευση, διπλωματική επιτροπή, η οποία προτείνει στις 18/30 Μαρτίου 1863, τον δευτερότοκο υιό του πρίγκιπα Χριστιανού Θ΄ της Δανίας τον Πρίγκιπα Χριστιανό- Γουλιέλμο- Φερδινάνδο- Αδόλφο- Γεώργιο. Η Εθνοσυνέλευση αποδέχεται την πρόταση και με ψήφισμα που έγινε δεκτό από όλα τα μέλη της και αναγόρευσε τον νεαρό πρίγκιπα της Δανίας ως Συνταγματικό Βασιλέα των Ελλήνων, υπό το όνομα «Γεώργιος Α' Βασιλεύς των Ελλήνων».

Ως μοναδικό όρο αποδοχής, ο πατέρας του Βασιλέως Γεωργίου Α' έθεσε την προσάρτηση των Επτανήσων στην Ελλάδα.

Η συμφωνία επήλθε τελικά στις 24 Μαϊου / 5 Ιουνίου.

Ο Βασιλεύς Γεώργιος Α' αναχωρεί από τη Δανία στις 5/17 Σεπτεμβρίου 1863 για να γίνει ο νέος Βασιλεύς των Ελλήνων. Πριν φύγει δέχθηκε τις συμβουλές του θείου του Βασιλέα Φρειδερίκου Ζ', ο λόγος του οποίου κατέληγε ως εξής:

«... Σου δίδω την ευχήν μου και ενθυμού προ πάντων την εντολήν μου να γίνης τέλειος Έλλην και να στηρίξης την δύναμιν σου επί του Ελληνικού Λαου».

 

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α'

Ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄, δευτερότοκος γιος του Πρίγκιπα Χριστιανού Θ΄ της Δανίας, γεννήθηκε στην Κοπεγχάγη παραμονές Χριστουγέννων του 1845. Κλήθηκε να γίνει Βασιλεύς των Ελλήνων το1863, αφού η Ελληνική Εθνοσυνέλευση ψήφισε υπέρ της αποκατάστασης της μοναρχίας. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄ διαπραγματεύτηκε επιτυχώς την απόκτηση των Ιονίων Νήσων (Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Ιθάκη) και των Κυθήρων, που βρίσκονταν υπό βρετανική κατοχή κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 48 ετών. Ο Γεώργιος Α΄ παρέμεινε στο θρόνο για τα επόμενα 50 περίπου έτη.

Κατά την ορκωμοσία του ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης της 31ης Οκτωβρίου 1863, δήλωσε:

"Εις το όνομα της ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος ορκίζομαι να προστατεύω την επικρατούσα θρησκεία των Ελλήνων, να διατηρώ και να υπερασπίζομαι την ανεξαρτησία, την αυτονομία και την εδαφική ακεραιότητα του Ελληνικού κράτους και να τηρώ τους νόμους αυτού".

Δεν άργησε να αναδειχθεί δημοφιλής και προσιτός μονάρχης. Ένας σχολιαστής της εποχής του παρατηρούσε: "Μόνος του περιδιαβαίνει τους δρόμους πεζός με τους νεαρούς του φίλους, χαιρετώντας τους πάντες - σταματώντας για να συζητήσει με τον κόσμο, επισκεπτόμενος τη λαχαναγορά". Κάθε Κυριακή, παρακολουθούσε τη Θεία Λειτουργία. Σεβόταν την ευλαβική στάση των υπηκόων του προς τις εικόνες των Αγίων και αναγνώριζε ότι οι κληρονόμοι και διάδοχοί του οφείλουν να είναι μέλη της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Το 1864, ένα έτος μετά την διαδοχή του, η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε την ψήφιση νέου Συντάγματος. Η εξασφάλιση άμεσης, μυστικής και καθολικής ψηφοφορίας για την ανάδειξη της Βουλής καθιστούσε την Ελλάδα, τυπικά, ένα εκ των δημοκρατικότερων κρατών της Ευρώπης. Υπήρχαν όμως δυσκολίες όσον αφορά την επίτευξη σταθερότητας. Από το 1864 έως το 1911 προέκυψαν 70 κυβερνήσεις κατόπιν 21 εκλογικών αναμετρήσεων.

Το 1867, ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄ παντρεύτηκε τη Μεγάλη Δούκισσα Όλγα της Ρωσίας, η οποία ήταν μόλις 16 ετών όταν γεννήθηκε ο πρώτος τους γιός, ο Κωνσταντίνος, τον Αύγουστο του 1868.

 

Αναγνωρίζοντας τη μεγάλη συμβολή του Βασιλέως Γεωργίου στην παραχώρηση, εκ΄ μέρους της Μεγάλης Βρετανίας, των Ιονίων Νήσων, ο δήμος των Κερκυραίων δώρισε στο Βασιλέα και την οικογένειά του δύο σπίτια στο νησί - ένα εκ των οποίων η θερινή κατοικία, γνωστή ως "Μον Ρεπό". Επιπλέον απέκτησε ένα εξοχικό κοντά στην Αθήνα - το κτήμα του Τατοΐου, 24 χιλιόμετρα βόρεια της πρωτεύουσας. Για την οικογένεια, το Τατόι αποτελούσε το "πραγματικό τους σπίτι".

Ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄ απέκτησε 8 παιδιά. Ο τέταρτος γιός του, ο Ανδρέας, γεννημένος το 1882, ήταν ο πατέρας του Δούκα του Εδιμβούργου (γεννήθηκε το 1921) ο οποίος παντρεύτηκε την Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ της Μεγάλης Βρετανίας. Ο πρωτότοκος γιός του Βασιλέως Γεωργίου, ο Κωνσταντίνος, παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα Σοφία της Πρωσίας, αδελφή του Κάιζερ Βίλχελμ Β΄ της Γερμανίας. Οικογενειακή αρχή στο βασιλικό οικόσημο είναι "Ισχύς Μου η Αγάπη του Λαού".

Κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου των ετών 1877-78, η Ελλάδα επενέβη με σκοπό να απελευθερώσει την Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Μακεδονία από τους Τούρκους. Ο Γεώργιος Α΄ απείλησε με νέα επιστράτευση, όταν μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βερολίνου αναχαιτίστηκε η προέλαση των στρατευμάτων του. Το 1881, η Θεσσαλία και τμήμα της Ηπείρου προσαρτήθηκαν στο βασίλειό του.

Η δημιουργία μιας ανεξάρτητης Βουλγαρίας στάθηκε η αιτία της επόμενης κρίσης στην Ανατολική Ευρώπη, το 1885, και εντάσεις γεννήθηκαν στις σχέσεις Ελλάδας και Βρετανίας. Ο Βασιλεύς υποχρεώθηκε να κατευνάσει τα φιλοπόλεμα αιτήματα ορισμένων θερμόαιμων εθνικοφρόνων πολιτικών και συνέβαλε στην εξομάλυνση της κατάστασης.

Κατά την βασιλεία του Βασιλέως Γεωργίου, εγκαινιάστηκαν οι εργασίες για τον Ισθμό της Κορίνθου, οι οποίες αποπερατώθηκαν τον Αύγουστο του 1893. Επιπλέον, ο Βασιλεύς υπήρξε αρωγός της αναγέννησης των Ολυμπιακών Αγώνων, στηρίζοντας την εκστρατεία του Βαρόνου Ντε Κουμπερτέν. Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες έλαβαν χώρα στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1896. Το 1906, ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄ υποστήριξε τη διεξαγωγή των αγώνων της 10ης Ολυμπιακής Επετείου στο ειδικά κατασκευασμένο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας. Πενήντα τέσσερα χρόνια αργότερα, στους Ολυμπιακούς του 1960, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β΄, ο δισέγγονος του Βασιλέως Γεωργίου Α΄, επρόκειτο να κερδίσει το Χρυσό Μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα έξω από την Νεάπολη.

Το 1896 ξέσπασε κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας με αντικείμενο την Κρήτη και εκείνα που θεωρήθηκαν ως τα κακώς κείμενα της Τουρκικής διοίκησης. Οι Κρητικοί επαναστάτες ανακήρυξαν τη νήσο τμήμα του Βασιλείου των Ελλήνων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η Τουρκία να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Ελλάδας τον Απρίλιο του 1896. Ο επακόλουθος "Πόλεμος των Τριάντα Ημερών" ήταν σχεδόν καταστροφικός για την Ελλάδα και για τον Γεώργιο Α΄. Η Τουρκία διέθετε την υποστήριξη του Κάιζερ Βίλχελμ Β΄ της Γερμανίας, αδελφού της Σοφίας της Πρωσίας, νύφης του Βασιλέως Γεωργίου. Κατά την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων στη Λάρισα, η Βασίλισσα Βικτώρια της Μεγάλης Βρετανίας ζήτησε τη μεσολάβηση του Νικολάου Β΄ της Ρωσίας. Οι Προστάτιδες Δυνάμεις εξασφάλισαν την υπογραφή συνθήκης ειρήνευσης στην Κωνσταντινούπολη - η οποία επέτρεπε στην Ελλάδα τη διατήρηση της Θεσσαλίας. Επιπλέον οριζόταν η καταβολή δυσβάσταχτης για το Βασίλειο της Ελλάδας αποζημιώσεως στην Τουρκία. Η τήρηση της τάξης στην Κρήτη ανατέθηκε σε μια διεθνή δύναμη - συναποτελούμενη από Βρετανικά, Γαλλικά, Ρωσικά και Ιταλικά στρατεύματα. Το νησί διατηρούσε την αυτονομία του εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας - ενώ, παράλληλα, διατηρούσε δεσμούς με το βασίλειο της Ελλάδας μέσω του Πρίγκιπα Γεωργίου (δευτερότοκου γιού του Βασιλέως Γεωργίου Α΄), ο οποίος διορίστηκε Ύπατος Αρμοστής στα Χανιά.

Το 1906, ο Πρίγκιπας Γεώργιος παραιτήθηκε, έχοντας φανεί ανεκτικός και διαλλακτικός Κυβερνήτης. Οι Κρήτες όμως πολιτικοί, όπως ο Βενιζέλος, επιθυμούσαν στενότερες σχέσεις με την Ελλάδα. Όταν οι "Νεότουρκοι" (Τούρκοι αξιωματικοί του στρατού) κατέλαβαν την εξουσία στην Κωνσταντινούπολη το 1908, η Συνέλευση της Κρήτης διακήρυξε την ένωσή της με την Ελλάδα.

Εν μέσω του τεταμένου αυτού κλίματος, αντιφρονούντες κατώτεροι αξιωματικοί του Ελληνικού στρατού, με επικεφαλής τον Λοχαγό Ζορμπά, ίδρυσαν τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο. Ήταν κατά της δυναστικής διαδοχής και διαμαρτύρονταν για την προώθηση στο στρατό ευνοούμενων του Διαδόχου Κωνσταντίνου. Για να μην φέρουν σε δύσκολη θέση τον πατέρα τους, οι βασιλικοί γόνοι παραιτήθηκαν των καθηκόντων τους. Ο Γεώργιος Α΄ κάλεσε τον Βενιζέλο να προβεί στο σχηματισμό κυβέρνησης με το νέο Φιλελεύθερο Κόμμα του και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος λύθηκε. Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος διορίσθηκε εκ νέου αξιωματικός του στρατού. Το διεθνές κύρος του Βασιλέως Γεωργίου ενισχύθηκε, αφού δοκιμάστηκε από μια σειρά επαναλαμβανόμενων κρίσεων τις οποίες χειρίστηκε επιδέξια.

 

Μετά τον ξαφνικό πόλεμο μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας το 1911 με αντικείμενο τα τουρκικά εδάφη στην Λιβύη, η Ελλάδα ενεπλάκη στις επακόλουθες ταραχές στα Βαλκάνια ενάντια στην Τουρκική κυριαρχία και επιρροή. Το Μαυροβούνιο, η Σερβία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα ένωσαν τις δυνάμεις τους και κήρυξαν πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον Οκτώβριο του 1912. Η καθοριστικής σημασίας μάχη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δόθηκε στα Γιαννιτσά. Μετά την επιτυχή έκβασή της, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος προχώρησε νικητής προς την Θεσσαλονίκη και έκανε την είσοδό του στην πόλη στις 9 Νοεμβρίου 1912 - προλαμβάνοντας έτσι εγκαίρως τους αμφιταλαντευόμενους συμμάχους του, τους Βουλγάρους.

Ο Βασιλεύς Γεώργιος έφθασε στην Θεσσαλονίκη δυο μέρες αργότερα για να οδηγήσει τα νικηφόρα στρατεύματα στην πόλη από κοινού με τον Διάδοχο Κωνσταντίνο και τους υπόλοιπους πρίγκιπες. Για τον Βασιλέα Γεώργιο, η είσοδος στην πόλη της Θεσσαλονίκης ήταν μία από τις πιο σημαντικές στιγμές της βασιλείας του. Ο Πρίγκιπας Νικόλαος (τρίτος κατά σειρά γιός του Βασιλέως Κωνσταντίνου) ορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής της πόλης.

Κατά τραγικό τρόπο, δυο μήνες πριν την προσωρινή λήξη του πολέμου, στις 18 Μαρτίου 1913, ο Βασιλεύς Γεώργιος δολοφονήθηκε από έναν ψυχικά διαταραγμένο Έλληνα ονόματι Αλέξανδρο Σχινά καθώς έκανε τον απογευματινό του περίπατο. Πυροβολήθηκε κοντά στον περίφημο Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης. Ο Βασιλεύς Γεώργιος κηδεύτηκε δημόσια στην Αθήνα στις 2 Απριλίου 1913, και θάφτηκε στην οικογενειακή του κατοικία στο Τατόι. Ήταν 67 ετών.

 

 

 

 

 

Εδώ θα ενημερώνεστε καθημερινά για κάθε κίνηση δική μας και των βασιλέων μας.Ευχαριστούμε.